légalisation - translation to Αγγλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

légalisation - translation to Αγγλικά

PROCESS OF AUTHENTICATING A DOCUMENT TO MAKE IT VALID IN A DIFFERENT JURISDICTION
Legalization of Documents; Legalization of a document; Legalisation of a document; Legalization of documents; Legalisation of documents; Legalization (of a document); Legalisation (international law); Legalization (international law)
  • Embassy of the Netherlands in Canada]].

légalisation      
n. legalization, attestation
légaliser      
legalize, legitimize; attest, authenticate
légalisé      
legalized, made legal

Ορισμός

legalize
or legalise
¦ verb make legal.
Derivatives
legalization noun

Βικιπαίδεια

Document legalization

In international law, document legalization is the process of authenticating or certifying a document so it can be accepted in another country.

Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για légalisation
1. Avec la légalisation, beaucoup ne voient plus l‘intéręt de distiller.
2. Depuis 2001, 1'00 ont bénéficié d‘une légalisation.
3. Légalisation totale, interdiction absolue, exception pour les médicaments?
4. Schématiquement, le PS veut une légalisation totale des importations parall';les, la droite est divisée.
5. Remontés grâce ŕ légalisation, les Constantinois empęcheront toute tentative de construction jusquŕ la fin du match.